Greek$32719$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Greek$32719$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
GREEK; Greek (disambiguation); Ἑλληνική; GreeK

Greek      
adj. ελληνικός
modern greek         
  • Pontic]] in orange. [[Cappadocian Greek]] in green, with green dots indicating individual Cappadocian Greek villages in 1910.<ref name="Dawkins, R.M 1916" />
  • Calabrian]] dialects are spoken
  • 0-521-08497-0}}</ref>
  • Street sign in [[Rethymno]] in honor of [[Psara]] island: ''Psaron (in genitive) Street, historic island of the 1821 Revolution''
  • Spoken Modern Greek
DIALECTS AND VARIETIES OF THE GREEK LANGUAGE SPOKEN IN THE MODERN ERA
Modern Greek language; Modern Greek Koine; ISO 639:ell; Modern greek; Modern Hellenic; New Greek; Common words and phrases in Modern Greek; Modern Greek (language); ISO 639:el; Modern Greek language (1453-); Νέα ελληνικά; Νεοελληνική γλώσσα; Neo-Hellenic; Andriotis dictionary; Andriotis Dictionary; Modern Hellenic language; Neo-Hellenic language; Neo Hellenic language; Neo Hellenic; Modern Greek (1453-); ISO 639-1:el; ISO 639:gre
νεοελληνικός
Greek salad         
  • American]]-style "Greek" salad, served with lettuce
  • Cretan salad
DISH MADE FROM TOMATOES, CUCUMBERS, ONIONS, FETA, OLIVES, SALT, OREGANO, AND OLIVE OIL
Greek Salad; Greek dressing; Choriatiki; Horiatiki; Khoriatiki salata
χωριάτικη

Ορισμός

Aeolic
·adj Aeolian, 1; as, the Aeolic dialect; the Aeolic mode.
II. Aeolic ·add. ·adj Pertaining to, caused by, or designating, the action of the wind in modifiying the earth's surface; as, aeolic erosion; aeolic sand.

Βικιπαίδεια

Greek